Ορθοδοντική είναι η ειδικότητα της οδοντιατρικής, η οποία ασχολείται με τη διευθέτηση των δοντιών στα οδοντικά τόξα και την καθοδήγηση των γνάθων σε αρμονικές θέσεις μεταξύ τους, με στόχο την αποκατάσταση της καλής λειτουργίας του στόματος και της αισθητικής του προσώπου.
Πρόκειται για μία από τις αναγνωρισμένες ειδικότητες της οδοντιατρικής συγκρινόμενη με όλες τις ανάλογες ειδικότητες της ιατρικής. Για την άσκηση της ορθοδοντικής απαιτούνται επιπλέον των γνώσεων του γενικού οδοντιάτρου ειδικές γνώσεις, οι οποίες αποκτώνται μετά το πτυχίο της Οδοντιατρικής Σχολής σε ολοκληρωμένα μεταπτυχιακά προγράμματα πανεπιστημίων του εσωτερικού ή του εξωτερικού.
Ο τίτλος του ορθοδοντικού χορηγείται από το Υπουργείο Υγείας μετά από εξετάσεις. Έτσι, δικαιούνται να φέρουν τον τίτλο του ορθοδοντικού μόνο όσοι έχουν τη σχετική Βεβαίωση του Υπουργείου. Ο ορθοδοντικός, δηλαδή ο ειδικευμένος πλέον οδοντίατρος, ασχολείται αποκλειστικά και μόνο με το αντικείμενο της ορθοδοντικής.
Συνιστάται στους ενδιαφερομένους για ορθοδοντική θεραπεία να ελέγχουν προηγουμένως μέσω των κατά τόπους Οδοντιατρικών Συλλόγων, εάν ο οδοντίατρος στον οποίο έχουν απευθυνθεί είναι ειδικός ορθοδοντικός.
Η ορθοδοντική θεραπεία θεωρείται απαραίτητη σε περιπτώσεις με οδοντικές ή σκελετικές και λειτουργικές ανωμαλίες του στόματος. Ο ορθοδοντικός καλείται να επιτύχει κατά περίπτωση έναν ή περισσότερους από τους παρακάτω στόχους:
- Σωστή λειτουργία του στόματος (μάσηση και ομιλία)
- Διευκόλυνση της στοματικής υγιεινής, με συνέπεια λιγότερα μελλοντικά προβλήματα στα δόντια και ούλα και μεγαλύτερη διάρκεια παραμονής τους στο στόμα.
- Διευκόλυνση του γενικού οδοντιάτρου και των άλλων ειδικοτήτων, καθώς και καλύτερη πρόγνωση κατά την εκτέλεση των οδοντιατρικών εργασιών (σφραγίσματα, γέφυρες, οδοντοστοιχίες, θεραπείες των ούλων και του περιοδοντίου) με τη διευθέτηση των δοντιών και τη λειτουργική αποκατάσταση του στόματος.
- Περιορισμός πιθανότητας καταγμάτων δοντιών, ιδίως όταν αυτά προβάλλουν έξω από τα χείλη, κυρίως σε νεαρά άτομα.
- Όμορφο χαμόγελο και πιο ευχάριστο πρόσωπο με συνέπεια την ενίσχυση της αυτοπεποίθησης του ατόμου.
- Περιορισμός πιθανότητας εμφάνισης προβλημάτων στην κροταφογναθική διάρθρωση, δηλαδή την περιοχή σύνδεσης της κάτω γνάθου με το κρανίο.
Υπάρχουν τρεις βασικοί τύποι προβλημάτων. Ο πρώτος τύπος είναι τα οδοντικά προβλήματα, όπου τα δόντια για διάφορους λόγους δεν έχουν σωστές θέσεις στην οστική τους βάση, με αποτέλεσμα να εμφανίζονται συνωστισμένα, με διαστήματα ή στροφές. Πολλές φορές τα προβλήματα αυτά δεν είναι εμφανή όταν το στόμα είναι κλειστό.
Ο δεύτερος τύπος είναι τα σκελετικά προβλήματα, όπου οι γνάθοι δεν έχουν αυξηθεί αρμονικά μεταξύ τους, με επίπτωση στη λειτουργία του στόματος και στην αισθητική του προσώπου. Στόχος της ορθοδοντικής θεραπείας είναι η βελτίωση των θέσεων των δοντιών και η αρμονία του προσώπου.
Τέλος, στον τρίτο τύπο ο ασθενής παρουσιάζει συνδυασμό οδοντικών και σκελετικών προβλημάτων, τα οποία έχουν επίπτωση όχι μόνο στην περιοχή του στόματος, αλλά και στην εμφάνιση του προσώπου.
Όλα τα παιδιά πρέπει να υποβάλλονται σε ορθοδοντικό έλεγχο το αργότερο μέχρι την ηλικία των 7 ετών. Ορισμένα οδοντικά προβλήματα, αλλά και προβλήματα αρμονίας του προσώπου μπορεί να προληφθούν, εφόσον διαγνωστούν έγκαιρα. Η έγκαιρη διάγνωση συχνά συνεπάγεται αποφυγή εξαγωγών μονίμων δοντιών κατά την ορθοδοντική θεραπεία ή και γναθοχειρουργικής επέμβασης, σε περιπτώσεις έντονων σκελετικών προβλημάτων. Οι γονείς, λοιπόν, δεν πρέπει να περιμένουν μέχρι την ολοκλήρωση της ανατολής των μονίμων δοντιών, που συμβαίνει συνήθως σε ηλικία 12 χρόνων.
Η κατάλληλη ηλικία για έναρξη ορθοδοντικής θεραπείας καθορίζεται από τον θεράποντα ορθοδοντικό, ανάλογα με τη φύση του προβλήματος και δεν είναι ίδια σε όλους τους ασθενείς. Η διάρκεια της θεραπείας ποικίλει ανάλογα με τη βαρύτητα του προβλήματος.
Γενικώς, η ορθοδοντική μπορεί να έχει χαρακτήρα προληπτικό, κατασταλτικό και επανορθωτικό.
Η προληπτική ορθοδοντική, η οποία εφαρμόζεται σε μικρές ηλικίες, αντιμετωπίζει προβλήματα, όπως πρόωρες απώλειες παιδικών δοντιών, παρατεταμένο θηλασμό του δακτύλου και προώθηση της γλώσσας. Η έγκαιρη τοποθέτηση μηχανισμών διατήρησης χώρου, στις περιπτώσεις πρόωρης απώλειας παιδικών δοντιών, προλαμβάνει ορισμένα από τα μελλοντικά προβλήματα συνωστισμού. Στις περιπτώσεις θηλασμού του δακτύλου και προώθησης της γλώσσας είναι δυνατόν με σωστή καθοδήγηση γονέων και παιδιού να διακοπούν οι συνήθειες αυτές, χωρίς την ανάγκη τοποθέτησης ορθοδοντικών μηχανισμών.
Η κατασταλτική ορθοδοντική αρχίζει συνήθως στην ηλικία των 7-9 ετών. Σκοπό έχει να αναχαιτίσει την εξέλιξη σκελετικών δυσαρμονιών των γνάθων ασυμμετρίας του προσώπου ή και οδοντικών προβλημάτων, τα οποία χωρίς έγκαιρη αντιμετώπιση θα επιδεινωθούν.
Η επανορθωτική ορθοδοντική, τέλος, έχει σκοπό να θεραπεύσει τα ήδη υπάρχοντα προβλήματα σε παιδιά ή ενηλίκους και η έναρξή της αποφασίζεται από τον ορθοδοντικό, ανάλογα με το είδος του προβλήματος και το στάδιο της οδοντικής και σκελετικής ανάπτυξης του παιδιού.
- Μεγαλύτερη πιθανότητα αποφυγής εξαγωγής μόνιμων δοντιών.
- Καλύτερος έλεγχος των σκελετικών προβλημάτων, δεδομένου ότι πριν από την εφηβεία ο ορθοδοντικός μπορεί να ελέγξει και να επηρεάσει τη σκελετική αύξηση.
- Καλύτερη ανταπόκριση των ιστών στη θεραπεία.
- Μεγαλύτερος βαθμός προσαρμογής των μικρών ασθενών στους μηχανισμούς και καλύτερη συνεργασία.
- Πρακτικά ευκολότερη θεραπεία, λόγω λιγότερων υποχρεώσεων των παιδιών του Δημοτικού από αυτά του Γυμνασίου και Λυκείου.
- Τα μικρότερα παιδιά δεν ντρέπονται και γενικά δεν έχουν τις αναστολές των μεγαλύτερων.
- Όταν η θεραπεία αρχίζει νωρίς, στην εφηβεία έχει πια σχεδόν τελειώσει και οι έφηβοι έχουν αυξημένη αυτοπεποίθηση, λόγω της καλύτερης εμφάνισης του στόματος και του προσώπου γενικότερα.
- Οι ενήλικες ασθενείς, στους οποίους ο σκελετός έχει πλέον διαμορφωθεί, οδηγούνται συχνότερα σε θεραπείες με εξαγωγές μόνιμων δοντιών ή όταν υπάρχουν σκελετικά προβλήματα απαιτείται ίσως και κάποια χειρουργική επέμβαση.
- Θηλασμός δακτύλου ή χείλους ή γλώσσας
- Ασυμμετρία στα δόντια και το πρόσωπο
- Πολύ μεγάλα διαστήματα ανάμεσα στα δόντια
- Δόντια ή γνάθοι που δεν ταιριάζουν αρμονικά
- Παρατεταμένη παραμονή παιδικών δοντιών ή πρόωρη απώλεια παιδικών δοντιών από τερηδόνα ή τραύμα
- Τρίξιμο δοντιών, γνάθοι που κάνουν θόρυβο, δυσκολία στη μάσηση ή την ομιλία
-
Τα ορθοδοντικά προβλήματα είναι δυνατόν να οφείλονται σε κληρονομικούς ή σε περιβαλλοντικούς παράγοντες ή σε συνδυασμό των παραπάνω. Το μέγεθος δοντιών και γνάθων, καθώς και οι σχέσεις μεταξύ τους, είναι χαρακτηριστικά που κληρονομούνται από τους γονείς προς τα παιδιά.
Ως κληρονομικός παράγοντας μπορεί να θεωρηθεί π.χ. η περίπτωση κατά την οποία το παιδί έχει κληρονομήσει μεγάλα δόντια από τον ένα γονέα και μικρές γνάθους από τον άλλον, με αποτέλεσμα τα δόντια να μη χωράνε και να εμφανίζουν έντονο συνωστισμό.
Ως περιβαλλοντικοί παράγοντες χαρακτηρίζονται διάφορες μη φυσιολογικές συνήθειες, όπως η στοματική αναπνοή, ο θηλασμός του δακτύλου ή της γλώσσας, το δάγκωμα των νυχιών ή ξένων αντικειμένων (π.χ. μολύβια), με αποτέλεσμα τα δόντια να μεταναστεύουν και να διαταράσσεται η αρμονική σχέση των γνάθων με άμεση επίπτωση στην αισθητική του προσώπου.
Άλλη κατάσταση, η οποία συχνά προκαλεί ορθοδοντικά προβλήματα, είναι η πρόωρη απώλεια παιδικών δοντιών από τερηδόνα. Αυτό συμβαίνει, διότι, λόγω της μετακίνησης των παρακειμένων δοντιών χάνεται ο χώρος, τον οποίον κανονικά διατηρούν τα παιδικά δόντια μέχρι την ανατολή των μόνιμων. Έτσι, όταν έρθει ο καιρός να ανατείλουν τα μόνιμα, δεν υπάρχει αρκετός χώρος, με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί συνωστισμός ή άλλα συναφή προβλήματα.
Οι μηχανισμοί που χρησιμοποιούνται κατά την ορθοδοντική θεραπεία μπορεί να είναι κινητοί μηχανισμοί, όταν το παιδί μπορεί να τους βγάλει μόνο του από το στόμα, ή ακίνητοι όταν μένουν σταθεροί στα δόντια κατά τη θεραπεία και αφαιρούνται μόνο από τον ορθοδοντικό. Μία ενόχληση μικρού βαθμού θεωρείται φυσιολογική και είναι αναμενόμενη κατά τα πρώτα 24ωρα μετά την τοποθέτηση των καινούργιων ορθοδοντικών μηχανισμών.
Ακίνητοι μηχανισμοί:
Ελαστικοί δακτύλιοι, ελαστικές αλυσίδες ή ειδικά ελατήρια, τα οποία τοποθετούνται σε συνδυασμό με τα τόξα που συνδέουν τα μεταλλικά ή τα κεραμικά άγκιστρα (brackets), προκαλούν μετακίνηση ακριβείας στα δόντια προς την επιθυμητή κατεύθυνση. Χρησιμοποιούνται σε οποιαδήποτε ηλικία και έχουν απόλυτη ένδειξη, οποτεδήποτε είναι απαραίτητη η μετακίνηση ακριβείας ορισμένων ή όλων των δοντιών.
Προϋπόθεση για τη χρήση τους είναι η τέλεια στοματική υγιεινή, η οποία, αν δεν υπάρχει, μπορεί να απειλήσει την υγεία των δοντιών και των ούλων.
Μηχανισμοί διεύρυνσης:
Είναι μηχανισμοί που χρησιμοποιούνται για αλλαγή του σχήματος των οδοντικών τόξων. Περιλαμβάνουν κινητές πλάκες διεύρυνσης που πρέπει να είναι στο στόμα μέρα και νύχτα και ακίνητους μηχανισμούς διεύρυνσης που είναι διαρκώς προσκολλημένοι στα δόντια.
Λειτουργικά μηχανήματα:
Είναι κινητοί ή ακίνητοι μηχανισμοί που χρησιμοποιούνται για τη διόρθωση σκελετικών προβλημάτων σε περίπτωση που ο ορθοδοντικός επιδιώκει καθοδήγηση, διέγερση ή και αναστολή της αύξησης των γνάθων. Ενδείκνυνται σε μικρά παιδιά, αλλά κυρίως στην προεφηβική και εφηβική ηλικία. Τα κινητά λειτουργικά μηχανήματα χρησιμοποιούνται τη νύχτα και μερικές ώρες της ημέρας, ενώ τα ακίνητα επειδή είναι σταθερά προσαρμοσμένα στα δόντια δεν μπορούν να αφαιρεθούν από το παιδί.
Το πλεονέκτημα των κινητών μηχανισμών έναντι των ακινήτων είναι ότι καθαρίζονται ευκολότερα και μπορεί να αφαιρεθούν για πιο άνετη μάσηση. Το γεγονός όμως ότι αφαιρούνται κατά βούληση αποτελεί σοβαρό μειονέκτημα σε μη συνεργάσιμα παιδιά.
Εξωστοματικά μηχανήματα:
Αυτά στηρίζονται με ελαστικούς ιμάντες στον αυχένα ή στο κεφάλι και χρησιμοποιούνται είτε σε ορθοδοντικά προβλήματα, εξασφαλίζοντας στα δόντια τον χώρο που λείπει, είτε σε σκελετικά προβλήματα, επιτυγχάνοντας προτροπή ή αναστολή της αύξησης των γνάθων.
Συγκρατητικοί μηχανισμοί:
Μετά την αφαίρεση των κινητών μηχανισμών είναι απαραίτητη η διατήρηση του αποτελέσματος για διάστημα που ορίζει κατά περίπτωση ο ορθοδοντικός. Αυτό γίνεται με κινητούς η ακίνητους συγκρατητικούς μηχανισμούς. Η συνέπεια του ασθενούς στη φάση αυτή είναι καθοριστική γιατί διασφαλίζει τη θεραπεία από πιθανές υποτροπές.
Είναι μια μέθοδος για αυστηρά επιλεγμένες περιπτώσεις, που ο ορθοδοντικός σας θα κρίνει εάν είναι εφαρμόσιμη στην περίπτωσή σας, και αποτελεί μια εναλλακτική λύση για όσους δεν θέλουν να βάλουν σιδεράκια. Υπάρχουν διάφορες τεχνικές διάφανων ναρθήκων, όπως Invisalign, Clear Aligner κ.ά.
Ο ασθενής κατά τη διάρκεια της θεραπείας φοράει μια σειρά από διαφανείς νάρθηκες, οι οποίοι φτιάχνονται ειδικά γι’ αυτόν, μετακινούν τα δόντια και προσφέρουν αισθητική, καθώς φαίνονται ελάχιστα όταν τα φοράει κάποιος.
Τα πλεονεκτήματα της τεχνικής των διαφανών ναρθήκων πέραν του αισθητικού μηχανισμού, είναι ότι η προσαρμογή είναι πιο εύκολη στο νέο στοματικό περιβάλλον σε σχέση με τα κλασικά σιδεράκια, ενώ μειώνεται σημαντικά ο χρόνος των ραντεβού στην ορθοδοντική κλινική. Ακόμα, διευκολύνεται η στοματική υγιεινή κατά τη διάρκεια της θεραπείας, αφού οι νάρθηκες μπορούν να αφαιρεθούν και το βούρτσισμα των δοντιών να γίνει ευκολότερα. Επίσης, μπορούν να αφαιρεθούν κατά τη διάρκεια των γευμάτων. Επιπρόσθετα, ο ασθενής μπορεί να δει από την αρχή της θεραπείας μία πρόβλεψη του τελικού αποτελέσματος σε τρισδιάστατη απεικόνιση (3-D). Τέλος, αποτελεί καλή επιλογή για ασθενείς με αλλεργίες σε μέταλλα.
Τα μειονεκτήματα της τεχνικής είναι το υψηλό κόστος, η υψηλή απαίτηση για συνεργασία του ασθενούς, καθώς και η απαιτητική χάραξη σχεδίου θεραπείας, αφού χρειάζεται 100% προγραμματισμός της πορείας της θεραπείας από τον ορθοδοντικό πριν την έναρξή της.
Στην ορθοδοντική για να μετακινήσουμε ένα δόντι χρησιμοποιούμε άλλα δόντια ως στήριξη στην ίδια ή και στην απέναντι γνάθο. Όμως κατά κανόνα τα στηρίγματα αυτά παρουσιάζουν διαφορετικού βαθμού μετακίνηση που σε ορισμένες περιπτώσεις είναι ανεπιθύμητη.
Σε περιπτώσεις που δεν επιθυμούμε τέτοιες μετακινήσεις και θέλουμε να ελαχιστοποιήσουμε τη μετακίνηση των στηριγμάτων, μπορούν να χρησιμοποιηθούν τα ορθοδοντικά μικροεμφυτεύματα (ή μίνι-εμφυτεύματα), τα οποία προσφέρουν απόλυτη στήριξη, καθώς ενσφηνώνονται στο οστό και δεν είναι πιθανό να μετακινηθούν, όπως τα δόντια στήριξης.
Αποτελούνται από καθαρό τιτάνιο ή κράμα τιτανίου, το οποίο είναι βιοσυμβατό. Έχουν σχετικά μικρό μέγεθος, με μήκος μερικών χιλιοστών, και αφαιρούνται μετά το τέλος της μετακίνησης, χωρίς παρενέργειες στους παρακείμενους περιοδοντικούς ιστούς. Η τοποθέτησή τους γίνεται εύκολα με τοπική αναισθησία. Λόγω του μικρού μεγέθους τους μπορούν να τοποθετηθούν ακόμα και μεταξύ των δοντιών, στην πλευρά του χείλους ή και στην πλευρά της υπερώας.
Πιθανές επιπλοκές είναι οι εξής:
- Κατά την τοποθέτηση το εμφύτευμα μπορεί να έρθει σε επαφή με τη ρίζα κάποιου παρακείμενου δοντιού. Για τον λόγο αυτό, πριν την τοποθέτηση, ελέγχεται ακτινογραφικά η θέση των δοντιών για καθοδήγηση του ορθοδοντικού. Εάν τραυματιστεί η επιφάνεια της ρίζας, είναι πιθανόν να επουλωθεί χωρίς προβλήματα μετά την αφαίρεση του εμφυτεύματος.
- Η θραύση του εμφυτεύματος κατά την τοποθέτηση ή την αφαίρεσή του. Σε αυτήν την περίπτωση, το θραύσμα αφαιρείται χειρουργικά με τοπική αναισθησία, χωρίς άλλο πρόβλημα.
- Είναι πιθανό η εφαρμογή των δυνάμεων στα εμφυτεύματα να έχει ως αποτέλεσμα τη χαλάρωση του εμφυτεύματος. Αυτή μπορεί να οφείλεται στην ποιότητα του οστού, στις μασητικές δυνάμεις, στην επαφή του εμφυτεύματος με ρίζα δοντιού ή στην απόρριψη του εμφυτεύματος, λόγω της απόκρισης του οργανισμού. Συνήθως αυτό συμβαίνει σε ποσοστό 1-2 στα 10 εμφυτεύματα. Στην περίπτωση αυτή, το εμφύτευμα αφαιρείται και επιλέγεται νέα θέση τοποθέτησης.
Διάφορες συνήθειες των παιδιών είναι συχνά οι αιτίες για ανωμαλίες της ανάπτυξης των δοντιών και του στόματος. Τέτοιες συνήθειες είναι η στοματική αναπνοή (συχνά συσχετιζόμενη με υπερμεγέθεις αμυγδαλές, αδενοειδείς εκβλαστήσεις, χρόνιο άσθμα, αλλεργικές καταστάσεις) το τρίξιμο των δοντιών, πίεση της γλώσσας, το δάγκωμα του κάτω χείλους, των νυχιών ή ξένων αντικειμένων (μολύβια, γόμμες κ.ά.), η μονόπλευρη μάσηση, ο θηλασμός του δακτύλου κ.ά.
Ο θηλασμός του δακτύλου στα μικρά παιδιά σταματά συνήθως στα 2-3 χρόνια, οπότε κάποιες ελαφρές βλάβες αυτοδιορθώνονται, χωρίς άλλη παρέμβαση. Ένα παιδί που συνεχίζει μετά από αυτήν την ηλικία, ή ακόμη και στα σχολικά χρόνια να θηλάζει το δάκτυλό του, είναι δυνατόν να υποκρύπτει κάποια ανησυχία και ανασφάλεια, που μπορεί να οφείλεται σε ένα μικρότερο αδελφάκι, σε πολύωρη απουσία των γονέων από το σπίτι, ή τέλος σε αλλαγή σχολείου ή σπιτιού.
Σ' αυτές τις περιπτώσεις η συμπαράσταση, η στοργή, ο φιλικός διάλογος είναι η καλύτερη βοήθεια για να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα στη βάση του. Σε επίμονες καταστάσεις ο ορθοδοντικός μπορεί να υποστηρίζει την προσπάθεια των γονέων με τους ανάλογους μηχανισμούς, οπότε επιτυγχάνεται η σταθερή διακοπή της έξης. Το μάλωμα και οι τιμωρίες είναι η χειρότερη οδός. Αντίθετα, η επιβράβευση του παιδιού κατά τη διάρκεια της προσπάθειάς του ή κάποιο συμβολικό δωράκι όταν καταφέρει το στόχο του είναι η καλύτερη προσέγγιση.
Στη διάρκεια της θεραπείας είναι δυνατόν να χρειαστούν εξαγωγές κάποιων παιδικών δοντιών, όταν αυτά παραμένουν περισσότερο από τη φυσιολογική ηλικία στο στόμα. Οι εξαγωγές ή όχι μόνιμων δοντιών είναι μια σοβαρή απόφαση, που πρέπει να πάρει ο ορθοδοντικός, όταν διαπιστώνεται δυσαναλογία μεγέθους δοντιών και γνάθων ή όταν οι εξαγωγές επιβάλλονται από τη σκελετική διάπλαση του προσώπου.
Ο χρόνος της εξαγωγής και το είδος των δοντιών που θα εξαχθούν, ορίζονται μόνον από τον ορθοδοντικό, ο οποίος φέρει και την ευθύνη της απόφασής του.
Τα έγκλειστα δόντια είναι τα δόντια που δεν έχουν ανατείλει στο στόμα, καθώς παραμένουν έγκλειστα μέσα στο οστό των γνάθων. Η ύπαρξη εγκλείστων δοντιών μπορεί να διαπιστωθεί με την κλινική εξέταση και με τη λήψη ακτινογραφιών. Σε συνδυασμό με χειρουργική επέμβαση μπορεί να γίνει έλξη των δοντιών αυτών και να αποκτήσουν τη κανονική τους θέση στο στόμα. Στην περίπτωση που διαπιστωθεί ότι είναι αγκυλωμένα, δηλαδή δεν μπορούν να μετακινηθούν καθόλου, αποφασίζεται η εξαγωγή τους.
Ορθοδοντική θεραπεία μπορεί να γίνει σε ενήλικες για αισθητικούς ή λειτουργικούς λόγους, σε οποιοδήποτε ηλικία. Μάλιστα, υπάρχουν και μοντέρνοι «αόρατοι» ορθοδοντικοί μηχανισμοί προσαρμοσμένοι στις αισθητικές απαιτήσεις των ενηλίκων ασθενών.
Ασθενείς με ορθοδοντικά προβλήματα που δεν αντιμετωπίστηκαν σε νεαρή ηλικία, μπορούν να κάνουν ορθοδοντική θεραπεία ως ενήλικοι. Συχνά όμως απαιτείται η συνεργασία του ορθοδοντικού με άλλες ειδικότητες της οδοντιατρικής ή της ιατρικής (οδοντίατρος, περιοδοντολόγος, ενδοδοντιστής, προσθετολόγος, ωτορινολαρυγγολόγος, γναθοχειρουργός, πλαστικός χειρουργός κ.λπ.). Η συνεργασία αυτή δεν αφορά κατ' ανάγκη μόνο εκτεταμένες ορθοδοντικές θεραπείες. Είναι δυνατόν η ορθοδοντική αγωγή να είναι περιορισμένης εκτάσεως και διάρκειας, με χαρακτήρα υποβοηθητικό και υποστηρικτικό των άλλων θεραπειών (περιοδοντική, προσθετική κ.ά.). Επιτυγχάνεται, έτσι, το καλύτερο δυνατό λειτουργικό και αισθητικό αποτέλεσμα, καθώς ο ασθενής επωφελείται από τις επιμέρους θεραπευτικές δυνατότητες, που παρέχει ο συνδυασμός των διαφόρων ειδικοτήτων.
Η επιτυχία της ορθοδοντικής θεραπείας προϋποθέτει έναν ειδικό ορθοδοντικό και ένα συνεπή ασθενή.
Ο ασθενής είναι συνεπής κατά τη διάρκεια της θεραπείας, όταν ακολουθεί πιστά τις οδηγίες του ορθοδοντικού για τη χρήση των ορθοδοντικών μηχανισμών και τηρεί τα ραντεβού του. Φροντίζει ακόμη να έχει άψογη στοματική υγιεινή, δηλαδή να πλένει αποτελεσματικά τα δόντια του 3 φορές την ημέρα μετά τα βασικά γεύματα, αποφεύγοντας ενδιαμέσως γλυκά, καραμέλες και τσίχλες. Μόνον έτσι επιτυγχάνεται ο στόχος της θεραπείας στο συντομότερο δυνατό χρόνο.
Όσον αφορά στη διάρκεια της θεραπείας, αυτή ποικίλλει από μερικούς μήνες μέχρι κάποια χρόνια, ανάλογα με τη φύση και τη βαρύτητα του προβλήματος. Από την ποικιλία και πολυπλοκότητα τόσο των προβλημάτων, όσο και των χρησιμοποιούμενων μηχανισμών διαφαίνεται ότι απαιτείται κατά την άσκηση της ορθοδοντικής, γνώση, εμπειρία και ικανότητα, σε διαγνωστικό και θεραπευτικό επίπεδο.
Μόνο με αυτές τις προϋποθέσεις είναι δυνατή η αναγνώριση της πραγματικής φύσης του ορθοδοντικού προβλήματος και η εφαρμογή των κατάλληλων μηχανισμών, μεμονωμένων ή σε συνδυασμό, για ένα σωστό και μόνιμο αποτέλεσμα.
Μετά το τέλος της ορθοδοντικής θεραπείας και την αφαίρεση όλων των μηχανισμών, ξεκινά το στάδιο της συγκράτησης του ορθοδοντικού αποτελέσματος, η οποία είναι πολύ σημαντικό μέρος της θεραπείας.
Η συγκράτηση δεν αποτελεί μόνο ευθύνη του ορθοδοντικού, αλλά απαιτείται και η συνεργασία των ασθενών για τη διατήρηση του αποτελέσματος. Η διάρκεια της συγκράτησης καθορίζεται από τον ορθοδοντικό και πολλές φορές είναι δια βίου.
Για τη διατήρηση του θεραπευτικού αποτελέσματος, χρησιμοποιούνται συνήθως τα παρακάτω: Μόνιμη ακινητοποίηση με συγκολλημένο σύρμα, κινητό μηχάνημα συγκράτησης ή διάφανοι νάρθηκες (Essix). Κατά κανόνα τοποθετείται μόνιμη ακινητοποίηση γλωσσικά εσωτερικά των κάτω προσθίων δοντιών, και σπανιότερα και υπερώια εσωτερικά των άνω προσθίων.
Μετά το τέλος της θεραπείας, είναι απαραίτητες οι επισκέψεις στον ορθοδοντικό για τον έλεγχο της συγκράτησης και την πιθανή συντήρηση της μόνιμης ακινητοποίησης. Με εξαίρεση τα έκτακτα ραντεβού (π.χ. θραύση της μόνιμης ακινητοποίησης ή απώλεια του διάφανου νάρθηκα συγκράτησης), ο χρόνος και η συχνότητα των σχετικών ραντεβού ορίζεται από τον ορθοδοντικό.
Η σωστή συγκράτηση είναι σημαντική για τη διατήρηση του ορθοδοντικού αποτελέσματος.
Το συνολικό κόστος της θεραπείας καθορίζεται από πολλούς παράγοντες, όπως το είδος του προβλήματος, η διάρκεια της θεραπείας και ο τύπος των μηχανισμών που θα χρησιμοποιηθούν. Το ακριβές κόστος της θεραπείας ορίζεται μετά από τη διάγνωση και τον σχεδιασμό της ορθοδοντικής θεραπείας. Για όλα αυτά είναι απαραίτητη η εξέταση των ασθενών στο ιατρείο.
Πιθανώς, ο ασφαλιστικός φορέας σας να δικαιολογεί ένα μέρος του κόστους της ορθοδοντικής θεραπείας. Εφόσον χρειαστεί, θα δοθούν από εμάς ό,τι γνωματεύσεις ή διαγνωστικά στοιχεία απαιτούνται από τον φορέα, ώστε να γίνει δεκτή η αίτησή σας στο ταμείο σας.